Τι είναι η ουδέτερη ως προς το φύλο γλώσσα;

Η ουδέτερη ως προς το φύλο γλώσσα είναι ένας γενικός όρος ο οποίος καλύπτει τη χρήση μη σεξιστικής γλώσσας, συμπεριληπτικής γλώσσας ή δίκαιης ως προς το φύλο γλώσσας. Σκοπός της ουδέτερης ως προς το φύλο γλώσσας είναι να αποφεύγονται επιλογές λέξεων στις οποίες μπορεί να αποδοθεί χαρακτήρας προκατάληψης, διάκρισης ή απαξίωσης, επειδή υπονοούν ότι ένα βιολογικό ή κοινωνικό φύλο είναι ο κανόνας. Η χρήση δίκαιης και συμπεριληπτικής ως προς το φύλο γλώσσας συντελεί επίσης στη μείωση των έμφυλων στερεοτύπων, προάγει την κοινωνική αλλαγή και συμβάλλει στην επίτευξη ισότητας των φύλων.
Η ουδέτερη ή συμπεριληπτική ως προς το φύλο γλώσσα δεν είναι απλώς ζήτημα πολιτικής ορθότητας. Η γλώσσα αντανακλά και επηρεάζει δυναμικά νοοτροπίες, συμπεριφορές και αντιλήψεις. Για να εξασφαλιστεί η ισότιμη μεταχείριση όλων των φύλων, καταβάλλονται προσπάθειες ήδη από τη δεκαετία του 1980 με σκοπό να προταθεί η χρήση ουδέτερης / δίκαιης ως προς το φύλο / μη σεξιστικής γλώσσας, ώστε κανένα φύλο να μην βρίσκεται σε προνομιακή θέση και να μην διαιωνίζονται οι προκαταλήψεις έναντι κανενός φύλου.
Στο πλαίσιο των εν λόγω προσπαθειών, κατά τη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας, έχουν καταρτιστεί και εφαρμοστεί πολυάριθμοι οδηγοί σε διεθνές και εθνικό επίπεδο. Διεθνείς και ευρωπαϊκοί οργανισμοί (όπως τα Ηνωμένα Έθνη, η Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας, η Διεθνής Οργάνωση Εργασίας, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή), επαγγελματικές ενώσεις, πανεπιστήμια, μεγάλα ειδησεογραφικά πρακτορεία και υπηρεσίες εκδόσεων έχουν εκδώσει οδηγούς για τη χρήση μη σεξιστικής γλώσσας, είτε ως χωριστά έγγραφα είτε ως ειδικές συστάσεις τις οποίες έχουν ενσωματώσει στους υφολογικούς οδηγούς τους. Στην Ευρωπαϊκή Ένωση, έχουν επίσης πραγματοποιηθεί σε πολλά κράτη μέλη συζητήσεις σχετικά με τις γλωσσικές πολιτικές και έχει προταθεί η κατάρτιση ανάλογων οδηγών σε διάφορα επίπεδα.
Όσον αφορά την έκφραση του γραμματικού γένους στις επίσημες γλώσσες της Ένωσης, μπορεί να γίνει διάκριση μεταξύ τριών τύπων γλωσσών και μεταξύ των βοηθητικών στρατηγικών για την επίτευξη ουδετερότητας έναντι των φύλων:
- Γλώσσες με φυσικά γένη (όπως τα αγγλικά, τα δανικά και τα σουηδικά), στις οποίες τα ουσιαστικά που δηλώνουν πρόσωπα είναι ως επί το πλείστον ουδέτερα ως προς το φύλο, ενώ υπάρχουν ειδικές για κάθε φύλο προσωπικές αντωνυμίες. Η γενική τάση στις γλώσσες αυτές είναι να μειωθεί στον μεγαλύτερο δυνατό βαθμό η χρήση έμφυλων όρων. Η γλωσσική στρατηγική που χρησιμοποιείται στην πλειονότητα των περιπτώσεων σε αυτές τις γλώσσες είναι η «ουδετεροποίηση». Προκειμένου να αποφεύγονται αναφορές στα φύλα, μπορούν να χρησιμοποιούνται ουδέτεροι ως προς το φύλο όροι, δηλαδή λέξεις που δεν έχουν έμφυλο χαρακτήρα και αναφέρονται στους ανθρώπους γενικότερα και όχι σε γυναίκες ή άνδρες (οι λέξεις «chairman», «policeman» ή «policewoman», «spokesman» , «stewardess» , «headmaster» ή «headmistress» αντικαθίστανται αντίστοιχα από τις λέξεις «chair» ή «chairperson», «police officer», «spokesperson» , «flight attendant» , «director» ή «principal» , κ.λπ.). Αυτή η τάση για χρήση ουδέτερων ως προς το φύλο λέξεων έχει οδηγήσει στην εξαφάνιση παλαιότερων θηλυκών τύπων, ενώ ο παλαιός αρσενικός τύπος ισχύει πλέον και για τα δύο φύλα (π.χ. «actor» αντί για «actress»). Συμπεριληπτική ως προς το φύλο γλώσσα χρησιμοποιείται επίσης, για παράδειγμα, στην περίπτωση της αντικατάστασης της αντωνυμίας «he» όταν χρησιμοποιείται ως γενική αναφορά και στα δύο φύλα από τους τύπους «he or she».
- Γλώσσες με γραμματικά γένη (όπως τα γερμανικά, οι λατινογενείς γλώσσες και οι σλαβικές γλώσσες), στις οποίες κάθε ουσιαστικό έχει γραμματικό γένος και το γραμματικό γένος των ουσιαστικών που δηλώνουν πρόσωπα συμπίπτει, κατά κανόνα, με το φύλο του προσώπου στο οποίο αναφέρονται. Δεδομένου ότι είναι σχεδόν αδύνατο, από λεξικολογική άποψη, να δημιουργηθούν ευρέως αποδεκτοί ουδέτεροι ως προς το φύλο τύποι από υπάρχουσες λέξεις στις εν λόγω γλώσσες, έχουν αναζητηθεί και συστηθεί εναλλακτικές προσεγγίσεις στη διοικητική και πολιτική γλώσσα. Η «θηλυκοποίηση» (δηλαδή η χρήση του αντίστοιχου θηλυκού τύπου όρων αρσενικού γένους, ή η χρήση αμφότερων των τύπων) είναι μια προσέγγιση που χρησιμοποιείται όλο και περισσότερο σε αυτές τις γλώσσες, ιδίως σε κείμενα επαγγελματικού περιεχομένου, όπως στην περίπτωση επαγγελματικών τίτλων που αναφέρονται σε γυναίκες. Επειδή το γραμματικό γένος των περισσότερων επαγγελμάτων ήταν, κατά παράδοση, αρσενικό, με ελάχιστες εξαιρέσεις, οι οποίες αφορούσαν συνήθως παραδοσιακά γυναικεία επαγγέλματα, όπως της νοσοκόμας και της μαίας, το αίσθημα της διακριτικής μεταχείρισης υπήρξε ιδιαίτερα έντονο. Για τον λόγο αυτό, άρχισαν να δημιουργούνται και να χρησιμοποιούνται όλο και πιο συχνά αντίστοιχοι θηλυκοί τύποι για όλα σχεδόν τα αρσενικά επαγγέλματα («Kanzlerin», «présidente», «sénatrice», «assessora», κ.λπ.). Επίσης, η αντικατάσταση του γενικού αρσενικού τύπου με διπλούς τύπους σε συγκεκριμένες περιπτώσεις («tuttii consiglieri e tutte le consigliere») έχει γίνει αποδεκτή σε πολλές γλώσσες. Κατά συνέπεια, η χρήση γενικών αρσενικών τύπων δεν είναι πλέον ο απόλυτος κανόνας, ούτε καν στις νομοθετικές πράξεις. Για παράδειγμα, στο γερμανικό κείμενο της Συνθήκης της Λισαβόνας, ο γενικός όρος «πολίτες» εμφανίζεται και ως «Unionsbürgerinnen und Unionsbürger».
- Γλώσσες χωρίς γένη (όπως τα εσθονικά, τα φινλανδικά και τα ουγγρικά), στις οποίες δεν υπάρχουν γραμματικά γένη ούτε για τα ουσιαστικά ούτε για τις αντωνυμίες. Οι γλώσσες αυτές δε χρειάζονται σε γενικές γραμμές καμία ειδική στρατηγική για να εξασφαλιστεί η συμπεριληπτική ως προς το φύλο χρήση τους, εκτός από τις πολύ συγκεκριμένες περιπτώσεις που εξετάζονται στις ειδικές οδηγίες γι’ αυτές τις γλώσσες.
Η περίπτωση της ελληνικής γλώσσας
Τα ελληνικά είναι μια γλώσσα που διαθέτει όχι μόνο τρία γένη (αρσενικό, θηλυκό, ουδέτερο) αλλά και τα αντίστοιχα άρθρα. Κατά συνέπεια, δεν μπορεί να γίνεται λόγος για ουδέτερη ως προς το φύλο γλώσσα. Τα ελληνικά είναι έμφυλη γλώσσα και κατ’ανάγκη ισχύουν οι κανόνες της γραμματικής.
Η συζήτηση για το θηλυκό γένος των επαγγελμάτων ξεκίνησε στην Ελλάδα τη δεκαετία του 1950. Τότε προκρίθηκε η χρήση των διγενών επαγγελματικών ουσιαστικών της καθαρεύουσας (π.χ. φιλόλογος) με την προσθήκη του θηλυκού άρθρου (η φιλόλογος) και η χρήση των καθαρά αρσενικών επαγγελματικών ουσιαστικών (π.χ. ταμίας, βουλευτής) με την προσθήκη του θηλυκού άρθρου (η ταμίας/η βουλευτής). Ο Μανόλης Τριανταφυλλίδης είχε προτείνει να αξιοποιηθούν οι θηλυκές καταλήξεις της δημοτικής, όπως –ίνα (π.χ. δικαστίνα) και –ισσα (π.χ. επιστημόνισσα) για τη δήλωση των επαγγελμάτων των γυναικών αλλά η πρότασή του δεν έτυχε ευρύτερης αποδοχής για λόγους που συνδέονται με την κοινωνική διγλωσσία, δηλαδή τη διάκριση δημοτικής/καθαρεύουσας.
Πώς μπορούμε να γράφουμε και να μιλάμε με συμπεριληπτικό τρόπο, στα ελληνικά;
- Προτίμηση σε λέξεις που δεν δηλώνουν γένος: π.χ. άτομο, άνθρωπος.
- Προτίμηση περίφρασης: π.χ. νοσηλευτικό προσωπικό, αντί για νοσοκόμες, εργοδοσία αντί εργοδότης ή εργοδότρια.
- Αναφορά και των δύο γενών: π.χ. εργαζόμενοι και εργαζόμενες.
- Σημείωση διπλών άρθρων: π.χ. ο/η δικηγόρος.
- Χρήση διπλών καταλήξεων στα ουσιαστικά, στον γραπτό λόγο: π.χ. καθηγητές/-ήτριες.
- Χρήση πληθυντικού όπου αυτός είναι ίδιος στα δύο γραμματικά γένη: π.χ. δικαστικοί.
- Χρήση προστακτικής ή απεύθυνση στο αναγνωστικό κοινό: π.χ. να προτιμήσουμε το «υπογράψτε» αντί του «υπογραφή αιτούντος», «θα παρακολουθήσετε» αντί του «οι θεατές θα παρακολουθήσουν».
- Χρήση παθητικής φωνής: π.χ. «οι αιτήσεις διεκπεραιώνονται από την υπηρεσία» αντί του «οι εργαζόμενοι διεκπεραιώνουν τις αιτήσεις».
- Αποφυγή αναφοράς στο γένος: π.χ. «κάθε υπάλληλος καλείται…» αντί του «ο υπάλληλος καλείται…»
Πηγές:
https://www.europarl.europa.eu/cmsdata/187093/GNL_Guidelines_EL-original.pdf
meta|φραση Κέντρο Εκπαίδευσης Μεταφραστών. Newsletter, τεύχος 185, Δεκέμβριος 2021